φοινίκουρος

φοινίκουρος
ο
γένος μικρόσωμων ωδικών πουλιών, που τα γνωστότερα είδη του είναι «ο κοκκινόκωλος», «ο σπεντζάς», «ο κομπογιανίτης», «ο γιαννάκος».

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • φοινίκουρος — φοινί̱κουρος , φοινίκουρος red start masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φοινίκουρος — (phoenicurus). Στρουθοειδές της οικογένειας των τουρδιδών, γνωστό και με το όνομα κοκκινόκωλος. Έχει συνολικό μήκος περίπου 15 εκ. Ζει στην Ευρώπη και στην κεντροδυτική Ασία και διαχειμάζει στην Αφρική και στην Εγγύς Ανατολή. Το φτέρωμα των… …   Dictionary of Greek

  • γιαννάκης — και γιαννάκος, ο κν. ονομασία τού πτηνού Φοινίκουρος* ο ώχρουρος …   Dictionary of Greek

  • ερίθακος — ἐρίθακος, ὁ (AM) Ι. ωδικό πτηνό που μαθαίνει να ψελλίζει λέξεις όπως ο παπαγάλος ονομάζεται και εριθεύς, ερίθυλος, φοινίκουρος (κν. πετρίτης) 2. παροιμ. «οὐ τρέφει μία λόχμη δύο ἐριθάκους» γι’ αυτούς που προσπαθούν να κερδίσουν από μικρά πράγματα …   Dictionary of Greek

  • σπεντζάς — ο, Ν ζωολ. κοινή ονομασία τού πτηνού φοινίκουρος …   Dictionary of Greek

  • φοινίκουροι — φοινί̱κουροι , φοινίκουρος red start masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • phœnicurous — phœniˈcurous, a. Zool. [f. Gr. ϕοινίκουρος red tailed, spec. the redstart.] Having a red tail. in Mayne Expos. Lex …   Useful english dictionary

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”